Το “mansplaining” προέρχεται από τις λέξεις “man” και “explaining” και σημαίνει αυτό που περίπου μπορείτε να φανταστείτε. Πρόκειται για τις περιπτώσεις που ένας άντρας εξηγεί κάτι (συνήθως σε μία γυναίκα) με υπεροπτικό, πατρονιστικό, γεμάτο αυτοπεποίθηση και συχνά λάθος ή υπερβολικά απλουστευμένο τρόπο που υποτιμά τη νοημοσύνη ή τις γνώσεις της συνομιλήτριας. Πολλές φορές μάλιστα αυτός που εξηγεί γνωρίζει λιγότερα για το θέμα από τον συνομιλητή του.

Το mansplaining είναι ένας συνδυασμός ελλιπούς γνώσης και υπερβολικής αυτοπεποίθησης, καθώς και μιας αντίληψης ότι ο συνομιλητής/τρια γνωρίζει και καταλαβαίνει λιγότερα από ό,τι αυτός που εξηγεί.

Ο όρος «mansplaining» εμφανίστηκε το 2008 από τη συγγραφέα Rebecca Solnit και τελικά έγινε τόσο μεγάλο μέρος της κουλτούρας της εποχής μας που προστέθηκε στο λεξικό της Οξφόρδης.

Το "manterrupting", είναι η πρακτική όπου ένας άντρας διακόπτει διαρκώς μια γυναίκα στο πλαίσιο ενός διαλόγου η μιας οποιασδήποτε κοινωνικής συναναστροφής.

Το "manterrupting" υπάρχει έντονα (δυστυχώς) στο δημοσίο διαλόγο. Η τακτική της εσκεμμένης διακοπής μιας γυναίκας από έναν άντρα καθώς εκείνη μιλάει και λέει τις απόψεις της σε μία συζήτηση, υπάρχει σε κάθε μορφή του δημοσίου βίου, ακόμα (κυρίως) και ανάμεσα σε άτομα που βρίσκονται σε ανώτατα πολιτικά αξιώματα.

Και οι δύο πρακτικές ήταν πολύ αγαπητές στον Donald Trump. Μη πέσετε όμως από τα σύννεφα αν σας πούμε ότι o Jimmy Kimmel το εφάρμοσε στην Hillary Clinton, o Kanye West στην Talor Swift, ο Mike Pence στην Kamala Harris, ακόμα και ο Sheldon στην Amy...

Μια βόλτα στο διαδίκτυο και στο youtube θα μας κάνει να αντιληφθούμε πόσο συχνά γίνεται.

Και όχι, δεν αφορά την έλλειψη δεξιοτήτων που απαιτούνται για να κάνει κάποιος μία συζήτηση χωρίς να διακόπτει ή να μιλά συγκαταβατικά και υποτιμητικά και που σχετίζονται με τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του κάθε ατόμου.

Δεν είναι τυχαίο ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει κυρίως σε γυναίκες από άντρες.